Γράφει ο
Αλέκος Χουλιαράς
"Με
κρουσταλλένια σφυριχτά σε λόγγους
φεύγουν σκοτεινούς
κοτσύφια και βοσκόπουλα με τα λαμπρά τα μάτια."
κοτσύφια και βοσκόπουλα με τα λαμπρά τα μάτια."
γράφει ο Ζ. Παπαντωνίου για
την μάνα του τη Ρούμελη.
Σε
τέτοιους λόγγους πρέπει να οδοιπορεί
ο άνθρωπος, όταν τον "βρίσκει το
κακό". Στους ίδιους λόγγους, που
μόλις χθες υλοτομούσε και ζούσε ο
ορεσίβιος γεωργοκτηνοτρόφος,
συμπορευόμενος με τις νύμφες και
τους βουνίσιους θεούς του. Το δάσος
ήταν ο ναός και το σπίτι του. Έκοβε
κάθε δέντρο, που χρειαζόταν, χωρίς
άνωθεν υποδείξεις κι απαγορεύσεις. Ο
κάθε άνθρωπος, ανεξάρτητα από το
επάγγελμα που έκανε ήταν λίγο πολύ
υλοτόμος.
Στον γεωργοκτηνοτρόφο το δάσος κάλυπτε πολλές ανάγκες και γι αυτό το υπερεκμεταλλευόταν με την υπερβόσκηση και την υλοτόμηση. Ο Ευρυτάνας ξεχέρσωνε όσο μπορούσε το δάσος και ειδικά αν τούτο κάλυπτε εύφορη γη, μετατρέποντας το έτσι σε μια γεωργική όαση. Όμως παρ΄ όλα αυτά δεν το κατέστρεφε, σαν δολοφόνος με τ΄ αλυσσοπρίονο και δεν το αφάνιζε, σαν στυγερός εγκληματίας εμπρηστής, και οικοπεδοφάγος.
Το δάσος, τότε που δρούσαν αβίαστα οι φυσικοί νόμοι, ήταν ένας πλούσιος βιότοπος, σήμερα μπορεί να αυξήθηκε σε δασοκάλυψη, είναι όμως ερημότοπος, αφιλόξενος και άβατος. Τότε ήταν ένα οικοσύστημα ζωντανό και ισορροπημένο. Ζωντανό, γιατί εκεί μέσα ζούσε μια πλούσια πανίδα και χλωρίδα, ισορροπημένο γιατί τα πάντα συνυπήρχαν αρμονικά κι ανταγωνιστικά, αλληλοεξαρτώμενα κι αλληλοεξοντούμενα. Μέσα σε τούτο το οικοσύστημα αναπόσπαστος κι οργανικά δεμένος ήταν ο άνθρωπος.
Σήμερα το δάσος μας καλεί σε βοήθεια. Θέλει προστασία, και καλλιέργεια η χλωρίδα του, θέλει υποστήριξη κι εμπλουτισμό η πανίδα του. Για χιλιετίες η κάθε γενιά παρέδιδε στην επόμενη ένα δάσος πλούσιο και ζωντανό. Για να συνεχιστεί αυτή η παράδοση, πρέπει να θεσπιστεί και να επιβληθεί ο νέος καταστατικός χάρτης του δάσους. Ένα πλαίσιο αρχών, που θα στηρίζεται στις σύγχρονες περιβαλλοντικές αντιλήψεις και θα περιχαρακώνει τις εντός του δάσους δραστηριότητες. Θα επιβάλλει ένα καθεστώς περιορισμένης δασικής εκμετάλλευσης κι ένα σύστημα πολύπλευρης περιβαλλοντικής διαχείρισης. Η προστασία του δάσους και του περιβάλλοντος είναι η πρώτη αναπτυξιακή δραστηριότητα κι έχει λάβει πλέον διαστάσεις εθνικού συμφέροντος.
Ακόμα, στα δάση των ευρυτανικών βουνών δεν έχουν ασελγήσει και δεν το κατέστρεψαν ανεπανόρθωτα οι κάθε λογής αδίστακτοι κερδοσκόποι. Ακόμα, οι στράτες και τα μονοπάτια του περιμένουν τα παιδιά των χθεσινών ξυλοκόπων και στρατοκόπων του δάσους, να γνωρίσουν και να ζήσουν με τα "ίσια κι ορθά, σαν την ψυχή της Ρούμελης, ελάτια"
1. Υλοτόμιση και κοπή καυσοξύλων.
Ο ορεσίβιος έκοβε ξύλα, μα δεν κατέστρεφε και τούτο γιατί από τη μια σεβόταν και πρόσεχε το περιβάλλον που ζούσε κι από την άλλη με τα εργαλεία που διέθετε, τα τσεκούρια του, τη βαριά και τις σφήνες, την κόφτρα και τα πριόνια του, λίγη ζημιά μπορούσε να προκαλέσει. Επιπλέον, δεν υλοτομούσε για να εμπορευτεί την ξυλεία, αλλά για να καλύψει τις ανάγκες του.
Η κοπή δέντρων, είτε για τον πρωτόγονο με το πέτρινο τσεκούρι, είτε για τον πολιτισμένο με το σιδερένιο και την κόφτρα, ήταν πάντα μια πολύ κουραστική αλλά άκρως αναγκαία εργασία. Σήμερα με τα αλυσσοπρίονα έχει βελτιωθεί "δραματικά" η παραγωγικότητα στην υλοτομία.
Η υλοτόμηση χρήσιμης ξυλείας γενικά γινόταν το σαραντάημερο, με το τέλος του φθινοπώρου, τότε που τα δέντρα είχαν τους λιγότερους χυμούς και το φεγγάρι ήταν στη χάση. Της "σελήνης εν συνόδω ούσης και υπό την γην" όπως γράφει στην Γεωπονική του κάποιος Τιμολέων Βάσος πριν πεντακόσια χρόνια.
Εκτός από το χρόνο της κοπής διάλεγαν και τον τόπο της υλοτόμησης. Έλατα από προσήλια κι άγονα μέρη, τα λεγόμενα κρανοέλατα, είναι ανθεκτικά στο σαράκι και στο σάπισμα, όμως είναι στριφτόξυλα, ροζάριακα, μικροφτιαγμένα κι άκομψα. Έλατα από ζερβά κι εύφορα μέρη, είναι ψηλά ευθυτενή με ίσια νερά κι άροζα, όμως είναι ντελικάτα κι ευάλωτα.
1.1. Πριόνια.
Τα πριόνια ήταν από τα λίγα εισαγόμενα είδη στην αυτοδιοικούμενη κοινότητα και στο αύταρκες αγροτικό νοικοκυριό.
α. κόφτρα. Χρησιμοποιούταν για τις ρίψεις των δέντρων και για τον τεμαχισμό του κορμών τους, καθώς επίσης και για το κόψιμο των καυσόξυλων.
β. αμπαροπρίονο ή καταρράχτης. Ήταν το πριόνι για την παραγωγή της πριστής ξυλείας. Αφού πρώτα τετραγώνιζαν, με το τσεκούρι το κούτσουρο (ελατοκορμό) το ανέβαζαν πάνω στο τεζάκι (ικρίωμα), εκεί έδεναν κατά μήκους του ξύλου ένα ράμμα, εν είδει χορδής, αφού πρώτα το εμπότιζαν σ΄ ένα κουτάκι με χρώμα. Τεντώνοντας και στη συνέχεια αφήνοντας το σχοινί, αποτυπωνόταν στο ξύλο η γραμμή, που ήταν ο οδηγός για το κόψιμο με το πριόνι. Εκεί, στο τεζάκι, οπλισμένοι με ιώβια υπομονή, ο ένας πάνω κι ο άλλος κάτω, πριόνιζαν για να βγάλουν σανίδια, καδρόνια κ.λ.π.
γ. χειροπρίονο. Ήταν βιοτεχνικό ή και βιομηχανικό προϊόν και έκοβαν μ΄ αυτό τα λιανά ξύλα, κυρίως καυσόξυλα.
1.2. Τσεκούρια.
Το τσεκούρι σαν είδος,
μορφολογικά αποτελείται από την κόψη,
από το σπίτι (τουρκ. ispit) την τρύπα δηλ.
που μπαίνει το στειλιάρι και από το
πίσω μέρος τον τσιόκο ( αρωμουν. tsiokο)
ή τσίτσικα. Λειτουργικά είναι
σφυροπέλεκυς, όπως είναι και το
καθαρευουσιάνικο όνομά του. Ήταν ένα
από τα προϊόντα των επιχώριων
σιδεράδων-γύφτων.
α.
τσεκούρι γενικής χρήσης. Είναι ο
καθαρευουσιάνος σφυροπέλεκυς,
δηλαδή διαθέτει και τσίτσικα για
σφυροκοπήματα. Ξεχωρίζει ανάλογα με
το μέγεθός του.
i. τσεκούρι (λατιν. cecuris). Με αυτό το όνομα ο αγρότης εννοούσε ένα τσεκούρι μετρίου μεγέθους ικανό να κόψει άνετα ένα δέντρο ή να σχίσει ένα χοντρό καυσόξυλο.
ii. τσεκουράκι ή τσεκουροπούλι. Ήταν ένα μικρό τσεκούρι για ξεκλάρισμα ή για άλλες ελαφρές δουλειές.
β. τσεκούρι υλοτομικό. Ήταν μόνο πέλεκυς και όχι σφυροπέλεκυς. Χρησιμοποιούταν στην υλοτομία για το ξερόζιασμα και το ξεφλούδισμα των κορμών. Επίσης καρφώνοντάς το στην τομή του κορμού έπαιζε τον ρόλο του κορμοστροφέως.
γ. λιάτα. Ήταν μόνο πέλεκυς με μεγάλη ακμή κοπής σε σχέση με το κοινό τσεκούρι. Κυκλοφορούσε σε διάφορα μεγέθη.
i. μεγάλη λιάτα. Μεγαλύτερη ήταν η εικοσιδιάρα λιάτα, με μήκος ακμής κοπής εκοσιδυό πόντους. Χρησιμοποιούταν αποκλειστικά για πελέκημα κορμών. Η εργασία του πελεκάνου ήταν βαριά και απαιτούσε τέχνη.
ii. μικρή λιάτα ή λιατάκι. Χρησιμοποιούταν περισσότερο για κόψιμο και λιγότερο για πελέκημα.
1.3. Σφήνες. Οι σφήνες ήταν απαραίτητες για την παραγωγή της σχιστής ξυλείας και επιβοηθητικές στις ρίψεις των δέντρων. Απαραίτητο εργαλείο για την χρήση της σφήνας ήταν η βαριά.
α. σιδηρόσφηνα. Ήταν η κατ΄ αρχήν χρησιμοποιούμενη σφήνα, που εισχωρούσε στο ξύλο, σχίζοντάς το. Κατασκευαζόταν από τον σιδερά της περιοχής και κυκλοφορούσε σε πολλά μεγέθη.
β. ξυλόσφηνα. Κατασκευαζόταν και αυτή σε διάφορα μεγέθη, από πλατανόξυλο. Χρησιμοποιούταν μετά την σιδηρόσφηνα για να διευρύνει ακόμα περισσότερο το σχίσμα στο ξύλο.
1.4. Βοηθητικές κατασκευές.
Ήταν κατασκευές διάφορες, άλλες μόνιμες και άλλες ευκαιριακές, χρήσιμες για το κόψιμο των ξύλων με πριόνι.
α. ξυλογαϊδάρα. Ήταν φορητή ξυλοκατασκευή πάνω στην οποία τοποθετούσαν τα καυσόξυλα προκειμένου να τα τεμαχίσουν ακόμα περισσότερο, ώστε να χωράνε στην σόμπα και τελευταία στην στόφα.
β. τεζάκι. Ήταν μια πρόχειρη σκαλωσιά, ένα κρεβάτι όπως θα το έλεγαν αλλιώς, που το κατασκεύαζαν στο σημείο της υλοτόμησης μέσα στον λόγγο, πάνω στο οποίο έβαζαν το ξύλο που ήθελαν να σχίσουν για σανίδια ή καδρόνια.
1.5. Χρήσιμα υλικά για την υλοτομία.
α. σπάγκος και χρώμα. Τα χρειάζονταν για να σημαδεύουν την κοψιά όταν έβγαζαν σανίδια και καδρόνια. Πολλές φορές που δεν είχαν χρώμα χρησιμοποιούσαν κοκκινόχωμα.
β. πλατανόξυλα για ξυλόσφηνες. Tα χλωρά πλατανόξυλα ήταν τελείως ακατάλληλα για ξυλόσφηνες.
2. Τρόχισμα εργαλείων.
O υλοτόμος και γενικά ο χρήστης των κοπτικών εργαλείων πρόσεχε πάρα πολύ την κόψη τους. Ο πολύ επιμελής μάλιστα όταν δεν χρησιμοποιούσε το τσεκούρι του το κάρφωνε σε ένα ξύλο για να μην σκουριάζει η κόψη του. Οπωσδήποτε ο κάθε υλοτόμος, και όχι μόνο, έπρεπε να ξέρει να τροχάει τα κοφτερά του.
2.1. Τρόχισμα.
Τα υλοτομικά εργαλεία και ειδικά τα τσεκούρια εύκολα στόμωναν και συχνά ήταν τα απρόσεκτα χτυπήματά τους στις πέτρες, γι αυτό ήθελαν τακτικά τρόχισμα. Τα τσεκούρια ήξεραν άπαντες να τα τροχίζουν, τα πριόνια όμως ήξεραν λιγότεροι.
α. λίμα. Ήταν το βασικό και ίσως το μοναδικό εργαλείο τροχίσματος των τσεκουριών και των πριονιών. Στην ορεινή οικονομία ήταν εισαγόμενο προϊόν, γι αυτό ήταν ακριβό και δύσκολα προμηθεύσιμο από τον ορεσίβιο υλοτόμο. Κυκλοφορούσε και κυκλοφορεί σε διάφορα μεγέθη και σχήματα, ανάλογα με το είδος του τροχίσματος.
β. ακονιά. Ήταν μια πέτρα σκληρή την οποία είχε στο σπίτι του ο νοικοκύρης όπου με πάρα πολύ υπομονή ακόνιζε τα κοφτερά του υποκαθιστώντας έτσι την ακριβή λίμα του εμπορίου.
2.2. Τσιαπράκωμα.
Τα δόντια του πριονιού πρέπει να είναι λυγισμένα ένθεν και ένθεν, για να δημιουργείται ικανό πλάτος στην κοπή, ώστε να παλινδρομεί ελεύθερα το πριόνι. Αυτή η δουλειά λέγεται τσιαπράκωμα του πριονιού και γίνεται με ένα ειδικό εργαλείο το τσιαπράκι. Το τσιαπράκωμα δεν ήταν δουλειά για τον οποιονδήποτε.
α. τσιαπράκι ( τουρκ. tsiaprak).
i. κόφτρας
ii. πριονιού
iii. μηχανικό τσιαπράκι
3. Μεταφορά ξύλων.
Γενικά οι μεταφορές ήταν ένα ακανθώδες πρόβλημα, η μεταφορά όμως της ξυλείας ήταν το ακανθωδέστερο.
3.1. Μεταφορά με τράβηγμα
Η μεταφορά της στρόγγυλης ξεφλουδισμένης ξυλείας γινόταν με τράβηγμα, από ανθρώπους ή ζώα. Τέτοια ξυλεία ήταν κυρίως τα πάτερα για τις σκεπές και τα πατώματα των σπιτιών.
Εκεί γύρω στο 1960 το ξύλο της καρυδιάς είχε καλή τιμή. Ήταν η εποχή, που οι αιωνόβιες καρυδιές πλεόναζαν στα χωράφια και στα φαράγγια της Ευρυτανίας και το χρήμα σπάνιζε στις τσέπες των Ευρυτάνων. Διμοιρίες ανδρών ανέβαζαν στις κακοτράχαλες ανηφοριές, με γοζίλες και σχοινιά, τα τεράστια κούτσουρα των καρυδιών μέχρι να τα φτάσουν στο δημόσιο δρόμο.
α. τσιγκόλι. Ήταν ο γάντζος που καρφωνόταν στο ξύλο προκειμένου να προσδεθεί το σχοινί έλξεως. Ανάλογα με το ξύλο μπορούσε να είναι μικρό ή μεγάλο.
β. γκλίτσα. Χρησιμοποιούταν για την καθοδήγηση του κούτσουρου κατά την μεταφορά του με τράβηγμα. Πήρε το όνομά της, λόγω της ομοιότητας της με την γκλίτσα του τσοπάνη.
γ. γοζίλα. Ήταν ένας πρωτόγονος μοχλός αναγκαίος για το τράβηγμα ξύλων στην ανηφόρα. Ίσως είναι ο πρώτος μοχλός που χρησιμοποίησε ο άνθρωπος εισερχόμενος στον πολιτισμό.
3.2. Μεταφορά ξύλων με φόρτωμα.
Τα μέσα μεταφοράς της ξυλείας με φόρτωμα ήτανε δύο, τα γαϊδουρομούλαρα και ο άνθρωπος.
α. φορτωτήρες. Ήταν απαραίτητες για το φόρτωμα των ζώων και επειδή μορφολογικά ήταν κάτι μεταξύ ματσουκιού και παλουκιού συχνά χρησιμοποιούταν σαν απειλή ενός καλού ξυλοφορτώματος. Έλεγαν "θα σε πλακώσω με μια φορτωτήρα".
Οι άνθρωποι για να μεταφέρουν οι ίδιοι την χρήσιμη ξυλεία τους δεν χρειάζονταν κανένα εργαλείο. Τα πάτερα, τις στρουπίνες και τα λοιπά χρήσιμα ξύλα τα κουβαλούσαν στον ώμο.
β. τζινέτι. Χρειάζεται για τα φορτώματα της βιομηχανικής εποχής, σε αυτοκίνητο.
4. Υλοτομικά προϊόντα.
Οι άνθρωποι υλοτομούσαν για να παράγουν τα λεγόμενα χρήσιμα ξύλα, τα καυσόξυλά τους και τέλος έκοβαν ειδικά ξύλα για την κάλυψη εξεζητημένων αναγκών. Παλιά, σε αντίθεση με σήμερα, ο κύριος όγκος της παραγόμενης χρήσιμης ξυλείας ήτανε πολλή σχιστή, λιγότερη πελεκητή και ελάχιστη πριστή.
4.1. Χρήσιμα ξύλα.
Σαν χρήσιμα ξύλα νοούνται αυτά που χρειάζονται για την κατασκευή των σπιτιών και άλλων γενικά κατασκευών.
α. στρόγγυλη ξυλεία. Είναι ξεφλουδισμένοι κορμοί δέντρων, κατά βάσιν ελάτων, μικρών ή μεγάλων. Τα βασικά είδη της στρόγγυλης ξυλείας είναι τα πάτερα, που είναι μεγάλοι κορμοί κατάλληλοι για την κατασκευή πατωμάτων και οροφών των σπιτιών και οι στρουπίνες με τις φούρκες, που είναι κατάλληλες για φράχτες και άλλες δουλειές.
β. πελεκητή ξυλεία. Προερχόταν από έλατα και άλλα άγρια ξύλα (βελανιδιές, κέδρα, κ.α.), κυκλοφορούσε υπό μορφή πάτερων, βιλεσιών και σανιδιών και ήταν χρήσιμη στην οικοδομική και σ΄ άλλες ξυλουργικές εργασίες. Ήταν έργο των πελεκάνων του δάσους.
γ. πριστή ξυλεία. Ήταν συνήθως ελάτινη, κυκλοφορούσε υπό μορφήν σανιδιών και καδρονιών και χρειαζόταν στις διάφορες ξυλουργικές εργασίες.
δ. σχιστή ξυλεία. Ήταν κατά κανόνα ελάτινη, κυκλοφορούσε σε πέταβρα και σανίδια και χρειαζόταν για φράχτες και άλλες ξυλουργίες.
4.2. Καυσόξυλα
Τα καυσόξυλα ήταν το πρώτο μέλημα του κάθε Ευρυτάνα κι ένας μόνιμος λόγος που πήγαινε κι υλοτομούσε στο δάσος. Όλοι ανεξαιρέτως έκοβαν καυσόξυλα γιατί όλον το χρόνο το τζάκι τους έκαιγε. Εκεί μαγείρευαν και έψηναν το ψωμί τους, εκεί ζεσταίνονταν και ξαπόσταιναν τον χειμώνα με τα κρύα και τους χιονιάδες.
Τα δρομολόγια για το κόψιμο και την μεταφορά των καυσόξυλων δεν είχαν τελειωμό. Εξήντα μουλαροφόρτια κούτσουρα χρειαζόταν ένα νοικοκυριό για να τα βγάλει πέρα τον χειμώνα χωρίς ελλείψεις και τσιγκουνιές.
Σαν καυσόξυλα χρησιμοποιούσαν κάθε είδος ξύλου από κάθε δέντρο. Ανάλογα με το μέγεθός τους διακρίνονταν σε χoντρά (κούτσουρα), λιανά, φλούδες, και προσανάμματα. Το συνηθισμένο μήκος τους ήταν γύρω στο μέτρο.
4.3. "Μικροξυλεία".
O βουνίσιος γεωργοκτηνοτρόφος εκτός από μανιώδης και δεινός κυνηγός της άγριας πανίδας ήταν και "κυνηγός" ξύλων. Έπρεπε να εντοπίσει και να συλλέξει στον κατάλληλο χρόνο μια απίθανη συλλογή μικροξυλείας
Το κυρίαρχο υλικό των εργαλείων του ήταν το ξύλο. Ξύλα υπήρχαν πολλά, το καθένα με τις δικές του ιδιότητες, πολύτιμες για την ποιοτική κατασκευή των εργαλείων του. Ο ίδιος γνώριζε πολύ καλά τις ιδιότητες των ξύλων καθώς και τους τρόπους βελτίωσής τους. Έτσι στις οστρέχες και στις αποθήκες του είχε ξύλα για στειλιάρια, ξύλα ωριμασμένα στην κοπριά για τα ξυλόγλυπτά του, ειδικά ξύλα για το αλέτρι του και άλλα πολλά.
ΠΗΓΗ
1 2
0 σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ...